Δευτέρα 23 Ιουλίου 2012

H. de Toulouse-Lautrec/ Moulin Rouge- La Goulue, 1891


H Goulue και o Valentine-le-Desosse χορεύουν στη μεγάλη αίθουσα του “Moulin Rouge”, υπό το φως κίτρινων λαμπτήρων. Είναι περικυκλωμένοι από μαύρες σιλουέτες πελατών που διψούν για διασκέδαση. Είναι και οι δύο διάσημοι σταρ, στο peak της καριέρας τους, σε ένα καμπαρέ το οποίο είχε ανοίξει δύο χρόνια πριν. Το πραγματικό όνομα της πληθωρικής και προκλητικής, βασίλισσας της Μονμάρτης, ήταν Louise Weber αλλά έγινε γνωστή ως La Goulue (η “λαίμαργη”), γιατί ενώ χόρευε συνήθιζε να πίνει από τα ποτήρια των θεατών της. Ξεκίνησε την καριέρα της ως ντουέτο με τον φίλο της Jacques Renaudin, χορεύοντας μια πρώιμη μορφή Can Can. Ο Toulouse-Lautrec την αποθανάτισε στην πρώτη αφίσα που σχεδίασε για το Moulin Rouge, αλλά και σε αρκετά έργα αργότερα. Έγινε η πιο ακριβοπληρωμένη χορεύτρια της εποχής της και το όνομα της ήταν συνώνυμο με το Can Can.
Στο προσκήνιο του πίνακα βλέπουμε πλευρικά την μισή φιγούρα του Valentin με ένα λαμπερό γκρι-πράσινο χρώμα. Το αποτέλεσμα αυτής της απεικόνισης είναι ταυτόχρονα τόσο υποτονικό και τόσο έντονο, λόγω του επίπεδου χρωματισμού και του καμπυλωτού σχεδιασμού του. Η σκιερή και «πρόχειρη» φιγούρα του Valentin κρύβει μερικώς την παρτενέρ του, η οποία στροβιλίζεται πίσω του.
Η Goulue είναι το μόνο άτομο στον πίνακα που έχει σχεδιασθεί κανονικά και όχι μόνο σαν σιλουέτα. Ο σχεδιασμός της όμως έχει και αυτός απλουστευθεί αρκετά. Η φιγούρα της έχει ταιριάξει έξυπνα από τον δημιουργό στην όλη σύνθεση. Δεν είναι πλήρως ορατή σε εμάς, αλλά κρύβεται στα δεξιά από τον Valentin και το κυματίζον λευκό της φουρό κρύβεται στα αριστερά από μία σειρά από λάμπες. 
Το χωρικό βάθος της αίθουσας δημιουργείται από τις γραμμές του δαπέδου που οδηγούν προς τα πίσω και από τις μαύρες σιλουέτες, οι οποίες διαφέρουν σε μέγεθος. Τα κόκκινα και τα μαύρα γράμματα στο πάνω μέρος του πίνακα σκοπό έχουν να διαφημίσουν σε όλους εμάς το καμπαρέ στο οποίο η Goulue εμφανίζεται και να υπενθυμίσει ότι το πρόγραμμα διεξάγεται κάθε βράδυ.

Τρίτη 17 Ιουλίου 2012

F. Kahlo/ The two Fridas (Οι δύο Φρίντες), 1939


Η αυτοπροσωπία «Οι δύο Φρίντες», με την Φρίντα Κάλο να αποτελείται από δύο διαφορετικές προσωπικότητες, ολοκληρώθηκε λίγο μετά το διαζύγιο της με τον Ντιέγκο Ριβιέρα. Ο πίνακας απεικονίζει τα συναισθήματα που σχετίζονται με το χωρισμό της και την κρίση του γάμου της.
Το κομμάτι του εαυτού της που σεβόταν και αγαπούσε τον Ριβιέρα (δεξιά), η Μεξικάνα Φρίντα με φόρεμα Τεχουάνα, κρατά στο χέρι ένα φυλαχτό με μια εικόνα του Ντιέγκο σε παιδική ηλικία (το φυλαχτό βρέθηκε μετά το θάνατό της ανάμεσα στα υπάρχοντά της και τώρα βρίσκεται στο μουσείο της Φρίντα Κάλο στο Μεξικό). Δίπλα (αριστερά) κάθεται το alter ego της, μια πιο Ευρωπαία Φρίντα με λευκό δαντελένιο φόρεμα.
Οι καρδιές των δύο γυναικών είναι ορατές και ενώνονται με μια λεπτή αρτηρία. Οι δύο άκρες της άλλης αρτηρίας είναι χωρισμένες. Με την απώλεια του αγαπημένου της Ριβιέρα, η Ευρωπαία Φρίντα έχει χάσει ένα κομμάτι του εαυτού της. Η πρόσφατα κομμένη αρτηρία στάζει αίμα και μετά βίας σταματά με μία χειρουργική βαλβίδα. Η Φρίντα έχοντας αντιμετωπίσει την απόρριψη κινδυνεύει να πεθάνει από αιμορραγία.

Δευτέρα 9 Ιουλίου 2012

M.C. Escher / Waterfall (Καταρράκτης)


M.C. Escher/ Waterfall (Καταρράκτης), 1961

Ο κόσμος του πίνακα διαθέτει το αεικίνητο. Το νερό κατεβαίνει από την υδρορροή και πέφτει από κάποιο ύψος στη βάση του καταρράκτη, κινεί ένα μύλο, ενώ στη συνέχεια συνεχίζει να κατεβαίνει στην υδρορροή και καταλήγει στο ανωτέρω σημείο από το οποίο πέφτει και ούτω καθεξής. Αλλά αυτό είναι αδύνατο! Το πιο απομακρυσμένο και χαμηλότερο σημείο είναι ταυτόχρονα το εγγύτερο και το υψηλότε­ρο. Για τον παρατηρητή που το βλέπει φυσικά, αλλά όχι και για έναν συμμετέχοντα που θα ήταν μέρος αυτού του δυνατού κόσμου. Ένας συμμετέχων θα μπορούσε να ακολουθήσει την πορεία του νερού χωρίς να αντιληφθεί τίποτα το παράξενο.
Ο Καταρράκτης έχει τρία αδύνατα τρίγωνα ως τη σπονδυλική του στήλη, τα οποία σχηματίζουν την υδρορροή. Και αυτή ακριβώς η τεχνική παίζει το παιχνίδι του αδύνατου/δυνατού. Οι δύο πύργοι έχουν ίδιο ύψος, αλλά η κορυφή ενός αδύνατου τριγώνου, στον αριστερό πύργο, έχει μια πλευρά που καταλήγει στη βάση του δεξιού πύργου και μια άλλη που καταλήγει σε ένα διαφορετικό επίπεδο. Η άριστη χρήση της προοπτικής (παρατηρείστε το μειούμενο ύψος και πάχος των τοιχίων της υδρορροής) υποδηλώνει την κατωφερή πορεία του νερού και ενισχύει την αίσθησή της.
Ως παρατηρητές δεν μπορούμε φυσικά να προβάλουμε τη δισδιάστατη εικόνα του καταρράκτη στον τρισδιάστατο χώρο στον οποίο ζούμε με τρόπο συνεπή. Η εικόνα είναι αλλόκοτη. Για κάποιον κάτοικο του κόσμου του καταρράκτη όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Ο ίδιος ο Escher σχολίασε για τον Καταρράκτη: «Εάν παρακολουθήσουμε τα διάφορα τμήματά αυτής της κατασκευής ένα προς ένα δεν μπορούμε να ανακαλύψουμε κανένα λάθος σε αυτήν. Και όμως πρόκειται για μια αδύνατη ολότητα επειδή αλλαγές συμβαίνουν ξαφνικά κατά την ερμηνεία της απόστασης μεταξύ του ματιού και του αντικειμένου».